φασκιώνω

φασκιώνω
μετ. пеленать; свивать (ребёнка)

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Смотреть что такое "φασκιώνω" в других словарях:

  • φασκιώνω — φασκιώνω, φάσκιωσα βλ. πίν. 3 …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

  • φασκιώνω — φασκιῶ, όω, ΝΜΑ [φασκία] (σχετικά με βρέφη) περιτυλίγω με φασκιές, με σπάργανα, σπαργανώνω αρχ. περιδένω με επίδεσμο …   Dictionary of Greek

  • φασκιώνω — φάσκιωσα, φασκιώθηκα, φασκιωμένος 1. περιτυλίγω βρέφος με φασκιά, το σπαργανώνω. 2. επιδένω, περιτυλίγω με επίδεσμο: Βγήκε το νύχι του και αυτός φάσκιωσε το δάχτυλό του. 3. περιδένω σπασμένο μέλος του σώματος με νάρθηκα, το καλαμώνω: Ύστερα από… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • καταφασκιώνω — (επιτ. τ. τού φασκιώνω) φασκιώνω με επιμέλεια («χίλιες φορές σ εβάσταξα κι εκαταφάσκιωσά σε», Πανώρ.) …   Dictionary of Greek

  • φάσκιωμα — το, Ν [φασκιώνω] η ενέργεια και το αποτέλεσμα τού φασκιώνω …   Dictionary of Greek

  • επιδέω — (I) ἐπιδέω (Α) 1. δένω επάνω, προσδένω («ἐπὶ τὰ κράνεα λόφους έπιδέεσθαι» λοφία πάνω στα κράνη, Ηρόδ.) 2. δένω με επίδεσμο, φασκιώνω («πολλοὺς... τραύματα ἐπιδεδεμένους», Ξεν.). [ΕΤΥΜΟΛ. < επί + δέω «δένω»]. (II) ἐπιδέω (AM) είμαι ελλιπής,… …   Dictionary of Greek

  • κατασπαργανώ — κατασπαργανῶ, όω (Α) τυλίγω στα σπάργανα, φασκιώνω …   Dictionary of Greek

  • ξεφασκιώνω — 1. βγάζω τη φασκιά βρέφους 2. μτφ. αφαιρώ τους επιδέσμους ή το περιτύλιγμα από κάτι. [ΕΤΥΜΟΛ. < στερ. ξ(ε) * + φασκιώνω] …   Dictionary of Greek

  • σπαργανώνω — σπαργανῶ, όω, ΝΑ, και μέσ. επικ. τ. σπαργνοῡμαι, όομαι, Α [σπάργανον] (σχετικά με βρέφος) περιτυλίγω με σπάργανα, φασκιώνω (α. «να σπαργανώσεις το παιδί» β. «βρέφος ἐσπαργανωμένον», ΚΔ) …   Dictionary of Greek

  • φασκιώ — όω, ΜΑ βλ. φασκιώνω …   Dictionary of Greek

  • επιδένω — επίδεσα και επέδεσα, επιδέθηκα, επιδεμένος, μτβ., δένω κάτι πάνω σε κάτι άλλο, περιβάλλω κάτι με επίδεσμο, το φασκιώνω …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»